Περιπατητικός στα ολλανδικά

Μετάφραση: περιπατητικός, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
ambulatory, ambulante, ambulant, de ambulante, kooromgang
Περιπατητικός στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: περιπατητικός

περιπατητικόσ διαλογισμόσ, περιπατητικός σύλλογος θεσσαλονίκης, περιπατητικόσ σύλλογοσ βόλου, περιπατητικόσ ασθενήσ, περιπατητικός σύλλογος, περιπατητικός λεξικό γλώσσας ολλανδικά, περιπατητικός στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • περιπαιχτικός στα ολλανδικά - peripaichtikos
  • περιπατητής στα ολλανδικά - wandelaar, looprek, leurder, walker, rollator
  • περιπλέκω στα ολλανδικά - compliceren, verwarren, Perplex, verwar, verlegen maken
  • περιπλανιέμαι στα ολλανδικά - trekken, waren, rondtrekken, rondreizen, zwerven, dwalen, ronddwalen, ...
Τυχαίες λέξεις
Περιπατητικός στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: ambulatory, ambulante, ambulant, de ambulante, kooromgang