Περισυλλέγω στα ιταλικά
Μετάφραση: περισυλλέγω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
raccogliere, radunare, spigolare, racimolare, ricavare
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: περισυλλέγω
περισυλλέγω λεξικό γλώσσας ιταλικά, περισυλλέγω στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- περιστροφικός στα ιταλικά - girevole, rotante, rotativo, rotativa, rotatorio
- περιστόμιο στα ιταλικά - margine, orlo, bordo, ciglione, lembo, sponda, spigolo, ...
- περισυλλογή στα ιταλικά - meditazione, raccolta, la raccolta, raccogliere, raccogliendo, raccolta di
- περιτέμνω στα ιταλικά - circoncidere, circonciderli, circonciderà, circonciderà il, circoncidere i
Τυχαίες λέξεις
Περισυλλέγω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: raccogliere, radunare, spigolare, racimolare, ricavare
Μεταφράσεις: raccogliere, radunare, spigolare, racimolare, ricavare