Συσσώρευση στα ιταλικά

Μετάφραση: συσσώρευση, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
ammassamento, accumulazione, accumulo, accumulo di, l'accumulo, di accumulo
Συσσώρευση στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συσσώρευση

συσσώρευση υγρού πίσω από το τύμπανο, συσσώρευση συνώνυμο, συσσώρευση αιμοπεταλίων, συσσώρευση λίπους στην κοιλιά, συσσώρευση κεφαλαίου και παγκοσμιοποίηση στην τουρκία διαχρονικά, συσσώρευση λεξικό γλώσσας ιταλικά, συσσώρευση στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • συσσωματώνω στα ιταλικά - incarnare, incarnano, incorporare, incarna, impersonare
  • συσσωρεύω στα ιταλικά - ammassare, immagazzinare, accumulare, mucchio, heap, cumulo, ammasso, ...
  • συστέλλομαι στα ιταλικά - contratto, patto, avvizzire, shrivel, accartocciarsi, si accartocciano, accartocciano
  • συστέλλω στα ιταλικά - rimpicciolire, restringere, avvizzire, shrivel, accartocciarsi, si accartocciano, accartocciano
Τυχαίες λέξεις
Συσσώρευση στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: ammassamento, accumulazione, accumulo, accumulo di, l'accumulo, di accumulo