Συσσώρευση στα ουκρανικά
Μετάφραση: συσσώρευση, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
збір, накопичування, купа, акумуляція, груда, накопичення, нагромадження, накопиченню
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συσσώρευση
συσσώρευση υγρού πίσω από το τύμπανο, συσσώρευση συνώνυμο, συσσώρευση αιμοπεταλίων, συσσώρευση λίπους στην κοιλιά, συσσώρευση κεφαλαίου και παγκοσμιοποίηση στην τουρκία διαχρονικά, συσσώρευση λεξικό γλώσσας ουκρανικά, συσσώρευση στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- συσσωματώνω στα ουκρανικά - уособлювати, зображати, втільте, об'єднувати, втілювати, утілювати, втілюватиме, ...
- συσσωρεύω στα ουκρανικά - збиратися, складувати, накопичувати, купчити, купа, куча
- συστέλλομαι στα ουκρανικά - угода, договір, умова, підрядний, контракт, висихати, сохнути, ...
- συστέλλω στα ουκρανικά - збочувати, скорочуватися, ухилятися, ухилятись, висихати, сохнути, висихатиме, ...
Τυχαίες λέξεις
Συσσώρευση στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: збір, накопичування, купа, акумуляція, груда, накопичення, нагромадження, накопиченню
Μεταφράσεις: збір, накопичування, купа, акумуляція, груда, накопичення, нагромадження, накопиченню