Τσιμπίδα στα ιταλικά

Μετάφραση: τσιμπίδα, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
pinza, tronchesino, pinze, tronchesi, nippers, tronchesini
Τσιμπίδα στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσιμπίδα

τσιμπίδα υδραυλικών, τσιμπίδα υδραυλικού, ελένη τσιμπίδα, τσιμπίδα για tig, τσιμπίδα mig, τσιμπίδα λεξικό γλώσσας ιταλικά, τσιμπίδα στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • τσιλιαδόρος στα ιταλικά - scolta, sentinella, veduta, vigilanza, vista, attenzione, belvedere, ...
  • τσιμέντο στα ιταλικά - rinsaldare, cemento, di cemento, del cemento, il cemento, in cemento
  • τσιμπιδάκι στα ιταλικά - molletta, hairgrip, del hairgrip, il hairgrip, hairgrip di
  • τσιμπολόγημα στα ιταλικά - mangiucchiare, rosicchiare, snacking, spuntino, spuntini, snacking del, Gli spuntini
Τυχαίες λέξεις
Τσιμπίδα στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: pinza, tronchesino, pinze, tronchesi, nippers, tronchesini