Τσιμπίδα στα πορτογαλικά
Μετάφραση: τσιμπίδα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
tom, alicate, tenazes, pinças, nippers, pinças de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιμπίδα
τσιμπίδα υδραυλικών, τσιμπίδα υδραυλικού, ελένη τσιμπίδα, τσιμπίδα για tig, τσιμπίδα mig, τσιμπίδα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τσιμπίδα στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- τσιλιαδόρος στα πορτογαλικά - olhe, vigia, lookout, mirante, de vigia
- τσιμέντο στα πορτογαλικά - cimentar, cimento, de cimento, do cimento, o cimento, cimento de
- τσιμπιδάκι στα πορτογαλικά - alfinete, hairgrip, do hairgrip
- τσιμπολόγημα στα πορτογαλικά - roer, mordidela, seguinte, snacking, merendas, que Snacking, Lanches, ...
Τυχαίες λέξεις
Τσιμπίδα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: tom, alicate, tenazes, pinças, nippers, pinças de
Μεταφράσεις: tom, alicate, tenazes, pinças, nippers, pinças de