Υποβοηθητικός στα ιταλικά

Μετάφραση: υποβοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
filiale, accessorio, utile, disponibile, utili, stata utile, è stata utile
Υποβοηθητικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποβοηθητικός

υποβοηθητικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, υποβοηθητικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • υποβάλλω στα ιταλικά - presentare, ordinare, lima, sottoporre, sottomettere, schedario, presenta, ...
  • υποβαθμίζω στα ιταλικά - degradare, retrocedere, downgrade, declassamento, il downgrade
  • υποβοηθώ στα ιταλικά - favoreggiare, abet, complici, di ABET, istigare
  • υποβολέας στα ιταλικά - istigatore, mandante, istigatrice, promotore, di istigatore
Τυχαίες λέξεις
Υποβοηθητικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: filiale, accessorio, utile, disponibile, utili, stata utile, è stata utile