Υποβοηθητικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: υποβοηθητικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
карысны, полезный, карысная, карысную
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποβοηθητικός
υποβοηθητικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, υποβοηθητικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- υποβάλλω στα λευκορωσικά - прадстаўляць, ўяўляць, уяўляць, падаваць
- υποβαθμίζω στα λευκορωσικά - заняпад, заняпаду, ўпадак
- υποβοηθώ στα λευκορωσικά - падбухторваць, падахвочваю, я падахвочваю
- υποβολέας στα λευκορωσικά - завадатай, завадатар
Τυχαίες λέξεις
Υποβοηθητικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: карысны, полезный, карысная, карысную
Μεταφράσεις: карысны, полезный, карысная, карысную