Λικνίζομαι στα κροατικά

Μετάφραση: λικνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » κροατικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
κροατικά
Μεταφράσεις:
utjecaj, prevaga, uprava, vlast, liknizomai
Λικνίζομαι στα κροατικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λικνίζομαι

λικνίζομαι συνωνυμα, λικνίζομαι λεξικό γλώσσας κροατικά, λικνίζομαι στα κροατικά

Μεταφράσεις

  • λιθοβολώ στα κροατικά - kamenica, kamene, okamenjeno, kamena, gađati, pljuštati, pelt, ...
  • λιθοστρώνω στα κροατικά - popločiti, polagati, pokriti, kaldrma, oblutak, šljunak, popločivanje, ...
  • λικνίζω στα κροατικά - žila, naslaga, stijena, kamen, stijene, stijenu, rocka
  • λιμάνι στα κροατικά - lukom, ulaz, luku, utočište, lučke, luci, luke, ...
Τυχαίες λέξεις
Λικνίζομαι στα κροατικά - Λεξικό: ελληνικά » κροατικά
Μεταφράσεις: utjecaj, prevaga, uprava, vlast, liknizomai