Λικνίζομαι στα τούρκικα
Μετάφραση: λικνίζομαι, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
liknizomai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λικνίζομαι
λικνίζομαι συνωνυμα, λικνίζομαι λεξικό γλώσσας τούρκικα, λικνίζομαι στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- λιθοβολώ στα τούρκικα - kayaç, taş, kaya, sürat, post, aralıksız vurmak, bardaktan boşanırcasına yağmak, ...
- λιθοστρώνω στα τούρκικα - kaldırım taşı, Arnavut kaldırımı, parke taşı, kabaca birleştirmek, pençe vurmak
- λικνίζω στα τούρκικα - taş, kayaç, kaya, Rock, Rok
- λιμάνι στα τούρκικα - liman, bağlantı noktası, port, noktası, portu
Τυχαίες λέξεις
Λικνίζομαι στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: liknizomai
Μεταφράσεις: liknizomai