Αμφισβητούμενος στα λετονικά

Μετάφραση: αμφισβητούμενος, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
strīdīgs, pretrunīgs, pretrunīga, pretrunīgi, strīdīga
Αμφισβητούμενος στα λετονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αμφισβητούμενος

αμφισβητούμενος συνώνυμο, αμφισβητούμενος λεξικό γλώσσας λετονικά, αμφισβητούμενος στα λετονικά

Μεταφράσεις

  • αμφιρρέπω στα λετονικά - straddle, žākstāja, statņu
  • αμφισβητήσιμος στα λετονικά - apšaubāms, apšaubāma, apšaubāmi
  • αμφισβητώ στα λετονικά - šaubas, šaubīties, jautājums, jautājumu, jautājums par, jautājumam
  • αμφισημία στα λετονικά - neskaidrība, divdomība, neskaidrības, nenoteiktība
Τυχαίες λέξεις
Αμφισβητούμενος στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: strīdīgs, pretrunīgs, pretrunīga, pretrunīgi, strīdīga