Εφευρίσκω στα λετονικά
Μετάφραση: εφευρίσκω, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pamanīties, izgudrot, izdomāt, plānot, tikt galā
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εφευρίσκω
εφευρίσκω αόριστος, εφευρίσκω συνώνυμα, εφευρίσκω ρήμα, εφευρίσκω συνωνυμο, ευρίσκω κλίση, εφευρίσκω λεξικό γλώσσας λετονικά, εφευρίσκω στα λετονικά
Μεταφράσεις
- εφεκτικός στα λετονικά - piesardzīgs, efektikos
- εφευρέτης στα λετονικά - izgudrotājs, izgudrotāju, izgudrotāja, izgudrotājam
- εφευρετικός στα λετονικά - atjautīgs, izgudrojuma, radošs, izdomas, radoši
- εφευρετικότητα στα λετονικά - izdomas, izdoma, atjautība, atjautību, atklājumu
Τυχαίες λέξεις
Εφευρίσκω στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: pamanīties, izgudrot, izdomāt, plānot, tikt galā
Μεταφράσεις: pamanīties, izgudrot, izdomāt, plānot, tikt galā