Κηπουρική στα λετονικά
Μετάφραση: κηπουρική, Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dārzkopība, dārza, dārzkopības, gardening, arhitektūra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κηπουρική
κηπουρική για όλους, κηπουρική για παιδιά, κηπουρική στο μπαλκόνι, κηπουρική συμβουλές, κηπουρική περιοδικό, κηπουρική λεξικό γλώσσας λετονικά, κηπουρική στα λετονικά
Μεταφράσεις
- κηλίδα στα λετονικά - izveicīgs, manīgs, netīrumi, dubļi, viltīgs, traips, vieta, ...
- κηλιδώνω στα λετονικά - traips, aptraipīt, dzēšlapa, pūte
- κηπουρικός στα λετονικά - dārzkopība, dārzkopības, dārzkopībai, dārzkopības vai, dārzkopībā
- κηπουρός στα λετονικά - dārznieks, Gardener, dārznieka, dārzniece
Τυχαίες λέξεις
Κηπουρική στα λετονικά - Λεξικό: ελληνικά » λετονικά
Μεταφράσεις: dārzkopība, dārza, dārzkopības, gardening, arhitektūra
Μεταφράσεις: dārzkopība, dārza, dārzkopības, gardening, arhitektūra