Άγραφος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: άγραφος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
белы, пусты, няпісаны
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άγραφος
άγραφοσ πίνακασ, άγραφος εγκέφαλος, άγραφος νόμος, άγραφος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άγραφος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- άγνοια στα λευκορωσικά - невуцтва, недасведчанасць, некарэктна
- άγονος στα λευκορωσικά - бясплодны, бясплённы, марную, безвыніковы, бясплодныя
- άγραφτος στα λευκορωσικά - белы, пусты, няпісаны, няпісаныя, няпісанае, няпісанымі, няпісанай
- άγρια στα λευκορωσικά - дзіка
Τυχαίες λέξεις
Άγραφος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: белы, пусты, няпісаны
Μεταφράσεις: белы, пусты, няпісаны