Άγραφος στα πορτογαλικά

Μετάφραση: άγραφος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
branco, não escrito, não escrita, não escritas, unwritten
Άγραφος στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άγραφος

άγραφοσ πίνακασ, άγραφος εγκέφαλος, άγραφος νόμος, άγραφος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άγραφος στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • άγνοια στα πορτογαλικά - desacatar, desqualificar, ignorância, a ignorância, desconhecimento, da ignorância, ignorance
  • άγονος στα πορτογαλικά - frívolo, inútil, vão, estéril, fútil, vaidoso, árido, ...
  • άγραφτος στα πορτογαλικά - branco, não escrito, Unwritten, não escrita
  • άγρια στα πορτογαλικά - descontroladamente, selvagemente, loucamente, freneticamente, wildly
Τυχαίες λέξεις
Άγραφος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: branco, não escrito, não escrita, não escritas, unwritten