Άσπρος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: άσπρος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пусты, белы, белый
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άσπρος
άσπρος χάϊλαντς τεριέ χαριζεται, άσπρος ταραμάς, άσπρος ποταμός, άσπρος νάνος, άσπρος λαγός, άσπρος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, άσπρος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- άσκοπος στα λευκορωσικά - бязмэтны
- άσπλαχνος στα λευκορωσικά - бязлітасны, бязьлітасны, няўмольны, бязлітасным
- άστατος στα λευκορωσικά - непастаянны, нясталы, непастаяннае
- άσυλο στα λευκορωσικά - прытулак, сховішча, прыстанішча, прытулку, сховішчы
Τυχαίες λέξεις
Άσπρος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пусты, белы, белый
Μεταφράσεις: пусты, белы, белый