Ανακτώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ανακτώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
аднаўляць
Ανακτώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακτώ

αποκτώ συνωνυμο, ανακτώ ορισμός, αποκτώ αγγλικά, αποκτώ συνώνυμα, ανακτώ σημαίνει, ανακτώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ανακτώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ανακριβής στα λευκορωσικά - недакладны, недасканалы, недакладную
  • ανακριτικός στα λευκορωσικά - інквізіцыйных, інквізіцыйныя
  • ανακωχή στα λευκορωσικά - перамір'е, замірэнне, перамір`е, замірэньне
  • ανακόπτω στα λευκορωσικά - сцябло, сцябліна, стебель
Τυχαίες λέξεις
Ανακτώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: аднаўляць