Αναρρώνω στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αναρρώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
здаравець, ачуньваць, папраўляцца, ўставаць, аднаўляцца
Αναρρώνω στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αναρρώνω

αναρρώνω συνώνυμα, αναρρώνω αγγλικα, αναρρώνω στα αγγλικα, αναρρώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αναρρώνω στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αναρροφώ στα λευκορωσικά - адпампоўваць, адкачваць, перапампоўваць грошы, перапампоўваць
  • αναρρόφηση στα λευκορωσικά - всасывать, ўсмоктвае, які ўсмоктвае
  • αναρχία στα λευκορωσικά - анархія, дзя
  • αναρχικός στα λευκορωσικά - анархіст, анархіста, анархістам
Τυχαίες λέξεις
Αναρρώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: здаравець, ачуньваць, папраўляцца, ўставаць, аднаўляцца