Αφύσικο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: αφύσικο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ненатуральны, ненатуральнае
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αφύσικο
αφύσικο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αφύσικο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- αφρίζω στα λευκορωσικά - бурбалка, бурбалку, пузыр
- αφρώδης στα λευκορωσικά - бліскучы, зіготкі, зіхатлівы, зіхоткі, ззяе
- αφύσικος στα λευκορωσικά - ненатуральны, ненатуральнае
- αχαλίνωτος στα λευκορωσικά - неўтаймаваны, неакілзаны, неацугляны, нястрыманы
Τυχαίες λέξεις
Αφύσικο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ненатуральны, ненатуральнае
Μεταφράσεις: ненатуральны, ненатуральнае