Προσεκτικά στα αγγλικά
Μετάφραση: προσεκτικά, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
attentively, carefully, closely, thoroughly, careful, cautiously
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: προσεκτικά
closely
- στενά
- προσεκτικά
- προσεκτικά
- πολύ προσεκτικά
- προσεκτικά
Σχετικές λέξεις: προσεκτικά
προσεκτικά συνώνυμο, προσεκτικά συνώνυμα, προσεκτικά ή προσεκτικά, προσεκτικά λεξικό γλώσσας αγγλικά, προσεκτικά στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- προσεγγίζω στα αγγλικά - approach, verge, touch at, verge on, I approach, approaching
- προσεγμένος στα αγγλικά - elaborate, watched, meticulous, cared, carefully chosen, been studied
- προσεκτικός στα αγγλικά - attentive, careful, wary, cautious, close, thoughtful
- προσελκύω στα αγγλικά - attract
Τυχαίες λέξεις
Προσεκτικά στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: attentively, carefully, closely, thoroughly, careful, cautiously
Μεταφράσεις: attentively, carefully, closely, thoroughly, careful, cautiously