Γυμνώνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: γυμνώνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
голы, голае, голым
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γυμνώνω
γυμνώνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γυμνώνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- γυμνοσάλιαγκας στα λευκορωσικά - куля, пуля
- γυμνός στα λευκορωσικά - голы, голае, голым
- γυναίκα στα λευκορωσικά - жонка, жанчына
- γυρίζω στα λευκορωσικά - адбыцца, цкаваць, труціць, травіць, атручваць, вынішчаць
Τυχαίες λέξεις
Γυμνώνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: голы, голае, голым
Μεταφράσεις: голы, голае, голым