Εμπριμέ στα λευκορωσικά
Μετάφραση: εμπριμέ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цягнуць, паркаль, перкаль
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπριμέ
εμπριμέ παντελόνες, εμπριμέ παντελόνα, εμπριμέ κολάν, εμπριμέ πουκάμισα, παντελόνια εμπριμέ, εμπριμέ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, εμπριμέ στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- εμπρηστής στα λευκορωσικά - падпальшчык, падпальшчыка
- εμπρηστικός στα λευκορωσικά - запаленчы, запаленчыя, запаленчых
- εμπρός στα λευκορωσικά - перад, наперад, ўперад, уперад
- εμπόδιο στα λευκορωσικά - шлагбаум, бар'ер, барер
Τυχαίες λέξεις
Εμπριμέ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: цягнуць, паркаль, перкаль
Μεταφράσεις: цягнуць, паркаль, перкаль