Цягнуць στα ελληνικά

Μετάφραση: цягнуць, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βία, πυροβολώ, εμπριμέ, σέρνω, τυπώνω, εκτινάσσω, απολύω, δύναμη, επισύρω, εξαναγκάζω, έλκω, τράβηγμα, φωτιά, βλαστός, πυρκαγιά, ζωγραφίζω
Цягнуць στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • цукер στα ελληνικά - ζάχαρη, Zucker, ΖυοκβΓ, τον Zucker, Ζούκερ
  • цьвiсьцi στα ελληνικά - ανθίζω, άνθος, λουλούδι, tsvistsi
  • цяжкi στα ελληνικά - δύσκολος, σκληρός, βαρύς, βαριά, βαρέων, βαρέα, βαρύ
  • цяля στα ελληνικά - αρνί, μοσχάρι, γάμπα, μόσχου, μοσχαριού, μόσχων, μόσχος
Τυχαίες λέξεις
Цягнуць στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βία, πυροβολώ, εμπριμέ, σέρνω, τυπώνω, εκτινάσσω, απολύω, δύναμη, επισύρω, εξαναγκάζω, έλκω, τράβηγμα, φωτιά, βλαστός, πυρκαγιά, ζωγραφίζω