Επαγγελματικός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επαγγελματικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
прафесійны, прафесійнае, спецыялізуецца, спецыялізуецца на
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επαγγελματικός
επαγγελματικός οδηγός λάρισας, επαγγελματικός κατάλογος, επαγγελματικός φωτισμός, επαγγελματικός εξοπλισμός, επαγγελματικός εξοπλισμός εστίασης, επαγγελματικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επαγγελματικός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- επαίσχυντος στα λευκορωσικά - ганебны, позорный, ганебнага, ганебная
- επαγγελματίας στα λευκορωσικά - прафесійны, прафесійнае, спецыялізуецца, спецыялізуецца на
- επαγρύπνηση στα λευκορωσικά - пільнасць, пільнасьць, пільнасці
- επαγωγή στα λευκορωσικά - індукцыя
Τυχαίες λέξεις
Επαγγελματικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: прафесійны, прафесійнае, спецыялізуецца, спецыялізуецца на
Μεταφράσεις: прафесійны, прафесійнае, спецыялізуецца, спецыялізуецца на