Λυκίσκος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: λυκίσκος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
скакаць
Λυκίσκος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λυκίσκος

λυκίσκος ιδιοτητες, λυκίσκος θεραπευτικες ιδιοτητες, λυκίσκος ηλιουπολη, λυκίσκος μαγια για ψωμι, λυκίσκος θεσσαλονικη, λυκίσκος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, λυκίσκος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • λυγαριά στα λευκορωσικά - плецены, плеценае
  • λυγμός στα λευκορωσικά - галашэньне, рыданне, плач, рыданьне
  • λυκόφως στα λευκορωσικά - тямны, змярканне, прыцемку, змрок, прыцемкі, змярканні
  • λυντσάρω στα λευκορωσικά - лінчавалі, лінчаваць
Τυχαίες λέξεις
Λυκίσκος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: скакаць