Λυκίσκος στα ολλανδικά

Μετάφραση: λυκίσκος, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
hop, springen, spring, eilandhoppen, hinkelen
Λυκίσκος στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λυκίσκος

λυκίσκος ιδιοτητες, λυκίσκος θεραπευτικες ιδιοτητες, λυκίσκος ηλιουπολη, λυκίσκος μαγια για ψωμι, λυκίσκος θεσσαλονικη, λυκίσκος λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λυκίσκος στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λυγαριά στα ολλανδικά - vlechtwerk, teen, tenen, rieten, rijs
  • λυγμός στα ολλανδικά - snikken, snikkend, snikkende, snikte, te snikken
  • λυκόφως στα ολλανδικά - halfdonker, schemerdonker, schemer, donker, schemering, Twilight, de schemering, ...
  • λυντσάρω στα ολλανδικά - lynchen, Lynch, lyncht, van Lynch
Τυχαίες λέξεις
Λυκίσκος στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: hop, springen, spring, eilandhoppen, hinkelen