Μέσο στα λευκορωσικά

Μετάφραση: μέσο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сродкі, сродку
Μέσο στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μέσο

μέσο ύψος ελλήνων, μέσο εισόδημα ελλήνων, μέσο επιτόκιο αγοράς, μέσο άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου, μέσο αυτί, μέσο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μέσο στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • μέσα στα λευκορωσικά - ва, у, унутра, ў, на
  • μέση στα λευκορωσικά - пояс, стан, талія, стан яе
  • μέσον στα λευκορωσικά - серада, сераду
  • μέσος στα λευκορωσικά - сярэдні
Τυχαίες λέξεις
Μέσο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: сродкі, сродку