Μπισκότο στα λευκορωσικά
Μετάφραση: μπισκότο, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
печыва, пячэнне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μπισκότο
μπισκότο θερμίδες, μπισκότο από σπίτι εβίτα παπαχαραλάμπους, μπισκότο τύχης, μπισκότο γιαουρτιού, μπισκότο βουτύρου θερμίδες, μπισκότο λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, μπισκότο στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- μπιζέλι στα λευκορωσικά - гарох, горох
- μπικουτί στα λευκορωσικά - бігудзі
- μπλέκω στα λευκορωσικά - пытацца, заблытваць, заблытвае
- μπλε στα λευκορωσικά - блакiтны, тямны, сіні
Τυχαίες λέξεις
Μπισκότο στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: печыва, пячэнне
Μεταφράσεις: печыва, пячэнне