Πυρακτωμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: πυρακτωμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
палымяны, палаючы
Πυρακτωμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυρακτωμένος

πυρακτωμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, πυρακτωμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • πυξίδα στα λευκορωσικά - компас
  • πυρήνας στα λευκορωσικά - сэрца, ядро
  • πυρακτώνομαι στα λευκορωσικά - блiскучы, аджыгае
  • πυραμίδα στα λευκορωσικά - піраміда, піраміду
Τυχαίες λέξεις
Πυρακτωμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: палымяны, палаючы