Τσαπατσούλης στα λευκορωσικά

Μετάφραση: τσαπατσούλης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нядбайны, няўважлівы
Τσαπατσούλης στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσαπατσούλης

τσαπατσούλης συνώνυμο, τσαπατσούλης τραγούδι, τσαπατσούλης στα αγγλικα, κύριος τσαπατσούλης, νικόλασ τσαπατσούλησ, τσαπατσούλης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τσαπατσούλης στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • τσαλαπατώ στα λευκορωσικά - таптаць, таптаць яго, таптацьме, мясіць
  • τσαμπί στα λευκορωσικά - звязка, звязак, вязанка, зьвязка
  • τσεκουριά στα λευκορωσικά - бераг, секчы, сячы, рубіць
  • τσεκούρι στα λευκορωσικά - сякера, сякеру, тапор, топор
Τυχαίες λέξεις
Τσαπατσούλης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нядбайны, няўважлівы