Τσαπατσούλης στα ολλανδικά

Μετάφραση: τσαπατσούλης, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
slordig, slordige, onzorgvuldig, onzorgvuldige, sloppy
Τσαπατσούλης στα ολλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσαπατσούλης

τσαπατσούλης συνώνυμο, τσαπατσούλης τραγούδι, τσαπατσούλης στα αγγλικα, κύριος τσαπατσούλης, νικόλασ τσαπατσούλησ, τσαπατσούλης λεξικό γλώσσας ολλανδικά, τσαπατσούλης στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • τσαλαπατώ στα ολλανδικά - tred, treden, schrede, stap, lopen, schrijden, stappen, ...
  • τσαμπί στα ολλανδικά - bos, bundel, wis, tros, stel, stelletje, heleboel
  • τσεκουριά στα ολλανδικά - fijnhakken, karbonade, kappen, houwen, kotelet, hakken, hak, ...
  • τσεκούρι στα ολλανδικά - hakbijl, bijl, ax, axe, as, de bijl
Τυχαίες λέξεις
Τσαπατσούλης στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: slordig, slordige, onzorgvuldig, onzorgvuldige, sloppy