Ωτακουστώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: ωτακουστώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падслухоўваць, падслухоўваць чужыя размовы, падслухоўваць каля дзвярэй, падслухаем, каб падслухаць
Ωτακουστώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ωτακουστώ

ωτακουστώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, ωτακουστώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • ωρύομαι στα λευκορωσικά - гарлапаніць, крычаць, араць, орать, галасіць
  • ωστόσο στα λευκορωσικά - яшчэ, аднак, але
  • ωφέλεια στα λευκορωσικά - ўтыліта, утыліта, прылада, інструмэнт
  • ωφέλιμος στα λευκορωσικά - карысным, карыснай
Τυχαίες λέξεις
Ωτακουστώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: падслухоўваць, падслухоўваць чужыя размовы, падслухоўваць каля дзвярэй, падслухаем, каб падслухаць