Ανακαίνιση στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανακαίνιση, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atnaujinimas, renovacija, renovacijos, atnaujinimo, renovavimas
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανακαίνιση
ανακαίνιση διαμερίσματος, ανακαίνιση κουζίνας, ανακαίνιση μπάνιο, ανακαίνιση θεσσαλονίκη, ανακαίνιση μπάνιου κόστος, ανακαίνιση λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανακαίνιση στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αναισθησία στα λιθουανικά - anestezija, anestezijos, nejautra, anesteziją, narkozės
- ανακάλυψη στα λιθουανικά - atradimas, atradimo, atradimą
- ανακαινίζω στα λιθουανικά - reface
- ανακαλύπτω στα λιθουανικά - atradėjas, aptikti, atrasti, ekskursijas po, po, atrasite, sužinoti
Τυχαίες λέξεις
Ανακαίνιση στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atnaujinimas, renovacija, renovacijos, atnaujinimo, renovavimas
Μεταφράσεις: atnaujinimas, renovacija, renovacijos, atnaujinimo, renovavimas