Ανακαίνιση στα πορτογαλικά

Μετάφραση: ανακαίνιση, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
renovação, reforma, última renovação, renovation, de renovação
Ανακαίνιση στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανακαίνιση

ανακαίνιση διαμερίσματος, ανακαίνιση κουζίνας, ανακαίνιση μπάνιο, ανακαίνιση θεσσαλονίκη, ανακαίνιση μπάνιου κόστος, ανακαίνιση λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, ανακαίνιση στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • αναισθησία στα πορτογαλικά - anestesia, a anestesia, de anestesia, da anestesia, anestésica
  • ανακάλυψη στα πορτογαλικά - descobrir, descobrimento, descubra, descoberta, descoberta de, a descoberta, de descoberta
  • ανακαινίζω στα πορτογαλικά - refácio, reface
  • ανακαλύπτω στα πορτογαλικά - rastrear, revelar, desvendar, traço, traçar, calcar, achar, ...
Τυχαίες λέξεις
Ανακαίνιση στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: renovação, reforma, última renovação, renovation, de renovação