Ανατριχιάζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανατριχιάζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
šiurpinti, drebulys, trūkčioti, drebėti
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατριχιάζω
γιατί ανατριχιάζω, ανατριχιάζω κορκολής, ανατριχιάζω συνώνυμα, ανατριχιάζω στα αγγλικά, ανατριχιάζω in english, ανατριχιάζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανατριχιάζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ανατρέχω στα λιθουανικά - Pažymėti atgaline data, Atlikti atgaline data
- ανατριχίλα στα λιθουανικά - šaltis, Zosāda
- ανατροπή στα λιθουανικά - nuvertimas, permetimas, nuversti, žlugus
- ανατροφή στα λιθουανικά - auklėjimas, auklėjimo, ugdymo, ugdymą, auklėjimą
Τυχαίες λέξεις
Ανατριχιάζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: šiurpinti, drebulys, trūkčioti, drebėti
Μεταφράσεις: šiurpinti, drebulys, trūkčioti, drebėti