Ανατριχιάζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: ανατριχιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
щетина, розгніватися, тремтіння, дрож
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανατριχιάζω
γιατί ανατριχιάζω, ανατριχιάζω κορκολής, ανατριχιάζω συνώνυμα, ανατριχιάζω στα αγγλικά, ανατριχιάζω in english, ανατριχιάζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, ανατριχιάζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- ανατρέχω στα ουκρανικά - справлятися, консультуйтеся, проконсультуватися, заднім, задніх
- ανατριχίλα στα ουκρανικά - холод, дрож, тріпотіти, шофер, трястися, гартувати, застуда, ...
- ανατροπή στα ουκρανικά - перекидання, повалити, перекиньте, перекинути, повалення, скидання, скинення
- ανατροφή στα ουκρανικά - виховання, виховування
Τυχαίες λέξεις
Ανατριχιάζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: щетина, розгніватися, тремтіння, дрож
Μεταφράσεις: щетина, розгніватися, тремтіння, дрож