Ανοικτός στα λιθουανικά
Μετάφραση: ανοικτός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ανοικτός
ανοικτός διεθνής διαγωνισμός, ανοικτός αρτηριακός πόρος, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος στη θεσσαλονίκη, ανοικτός μαγνητικός τομογράφος, ανοιχτός λογαριασμός, ανοικτός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ανοικτός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ανοησίες στα λιθουανικά - nesąmonė, nonsense, niekai, nesąmones
- ανοικοδόμηση στα λιθουανικά - rekonstrukcija, rekonstrukcijos, atstatymo, rekonstravimas, rekonstruoti
- ανοιχτά στα λιθουανικά - atvirai, atviriau, viešai, atviri
- ανοιχτοχέρης στα λιθουανικά - dosnus, Hojny, Szczodry
Τυχαίες λέξεις
Ανοικτός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros
Μεταφράσεις: atviras, atidaryti, atvira, atviro, atviros