Αποσαφηνίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποσαφηνίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποσαφηνίζω
αποσαφηνίζω βικιλεξικο, αποσαφηνίζω english, αποσαφηνίζω διασαφηνίζω, αποσαφηνίζω συνώνυμα, αποσαφηνίζω αντωνυμο, αποσαφηνίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποσαφηνίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- απορροφώ στα λιθουανικά - pagauti, įnikusiam, supirkti, labai sudominti, Absorbuoja
- απορρόφηση στα λιθουανικά - absorbcija, absorbcijos, sugerties, sugertis, absorbciją
- αποσβολώνω στα λιθουανικά - apstulbti, pritrenkimas, apstulbimas, Oszołomić, Apmulsuma
- αποσκίρτηση στα λιθουανικά - praradimu, Dezertyravimas, dalies praradimu, Pažeidimas, Dezertēšana
Τυχαίες λέξεις
Αποσαφηνίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti
Μεταφράσεις: aiškinti, paaiškinti, išaiškinti, patikslinti, išsiaiškinti