Αποσαφηνίζω στα πορτογαλικά

Μετάφραση: αποσαφηνίζω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
aclarar, esclarecer, elucidar, esclareça, clarificar, esclarecimento, clarificação, precisar
Αποσαφηνίζω στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποσαφηνίζω

αποσαφηνίζω βικιλεξικο, αποσαφηνίζω english, αποσαφηνίζω διασαφηνίζω, αποσαφηνίζω συνώνυμα, αποσαφηνίζω αντωνυμο, αποσαφηνίζω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, αποσαφηνίζω στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • απορροφώ στα πορτογαλικά - embeber, ocupar, açambarcar, absorver, redige, engross
  • απορρόφηση στα πορτογαλικά - ambição, assimilação, absorção, de absorção, absorção de, a absorção, absor�o
  • αποσβολώνω στα πορτογαλικά - torpor, ofuscação, Daze, do Daze, Daze da
  • αποσκίρτηση στα πορτογαλικά - deserção, defecção, a deserção, defection, apostasia
Τυχαίες λέξεις
Αποσαφηνίζω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: aclarar, esclarecer, elucidar, esclareça, clarificar, esclarecimento, clarificação, precisar