Βλοσυρός στα λιθουανικά
Μετάφραση: βλοσυρός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žiaurus, nykus, bjaurus, niūrus, paniuręs
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βλοσυρός
βλοσυρός σημαίνει, βλοσυρός σημασία, βλοσυρόσ συνώνυμα, βλοσυρός συνώνυμο, βλοσυρός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, βλοσυρός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- βλαστός στα λιθουανικά - šaudyti, kol, fotografuoti, nušauti
- βλεφαρίδα στα λιθουανικά - vokas, blakstiena, blakstienų, Blakstienėlių, blakstienos, Eyelash
- βοήθεια στα λιθουανικά - pagalbininkas, parama, pragyvenimas, globa, asistentas, padėjėjas, pagelbėti, ...
- βοήθημα στα λιθουανικά - priežiūra, globa, pagelbėti, padėjėjas, pagalba, pagalbos, pagalbą, ...
Τυχαίες λέξεις
Βλοσυρός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: žiaurus, nykus, bjaurus, niūrus, paniuręs
Μεταφράσεις: žiaurus, nykus, bjaurus, niūrus, paniuręs