Βλοσυρός στα πορτογαλικά

Μετάφραση: βλοσυρός, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
madrasta, popa, severo, desagradável, sombrio, sombria, grim
Βλοσυρός στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βλοσυρός

βλοσυρός σημαίνει, βλοσυρός σημασία, βλοσυρόσ συνώνυμα, βλοσυρός συνώνυμο, βλοσυρός λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, βλοσυρός στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • βλαστός στα πορτογαλικά - disparar, atirar, tiro, sapateiro, fotografar, filmar
  • βλεφαρίδα στα πορτογαλικά - sobrancelha, pálpebra, pestana, cílio, cílios, eyelash, da pestana
  • βοήθεια στα πορτογαλικά - ajuda, socorrer, fornecer, fonte, suprir, criado, sustentar, ...
  • βοήθημα στα πορτογαλικά - zelo, socorrer, cuidado, preocupação, auxílio, auxiliar, ajuda, ...
Τυχαίες λέξεις
Βλοσυρός στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: madrasta, popa, severo, desagradável, sombrio, sombria, grim