Διάρροια στα λιθουανικά
Μετάφραση: διάρροια, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
viduriavimas, viduriavimą, viduriavimo, diarėja
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διάρροια
διάρροια τροφες, διάρροια διατροφή, διάρροια των ταξιδιωτών, διάρροια αντιμετώπιση τροφες, διάρροια και μέλι, διάρροια λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διάρροια στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διάρκεια στα λιθουανικά - trukmė, trukmę, trukmės, trukm, trunka
- διάρρηξη στα λιθουανικά - vagystė, apiplėšimas, vagysčių, įsilaužimo, įsilaužimui, vagystės
- διάσημος στα λιθουανικά - žymus, garsus, švenčiama, garsiąją, įžymus
- διάσταση στα λιθουανικά - savybė, požymis, dimensija, aspektas, matmuo, aspektą, dimensiją
Τυχαίες λέξεις
Διάρροια στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: viduriavimas, viduriavimą, viduriavimo, diarėja
Μεταφράσεις: viduriavimas, viduriavimą, viduriavimo, diarėja