Διαβεβαιώνω στα λιθουανικά

Μετάφραση: διαβεβαιώνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tikrinti, užtikrinti, patikinti, užtikrina, garantuojame
Διαβεβαιώνω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαβεβαιώνω

διαβεβαιώνω μεταφραση, διαβεβαιώνω english, διαβεβαιώνω συνώνυμα, διαβεβαιώνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαβεβαιώνω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • διαβατός στα λιθουανικά - Pārbrienams
  • διαβεβαίωση στα λιθουανικά - užtikrinimas, užtikrinimo, draudimo, užtikrinimą, patikinimas
  • διαβητικός στα λιθουανικά - diabetikas, diabetinė, diabetinės, cukriniu diabetu, diabetu
  • διαβιβάζω στα λιθουανικά - vežti, perduoti, perduoda, perduos, persiųsti, persiunčia
Τυχαίες λέξεις
Διαβεβαιώνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tikrinti, užtikrinti, patikinti, užtikrina, garantuojame