Διαφθορά στα λιθουανικά
Μετάφραση: διαφθορά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
korupcija, korupcijos, korupciją, su korupcija
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαφθορά
διαφθορά ορισμός, διαφθορά στην ελλάδα, διαφθορά αντωνυμο, διαφθορά συνώνυμο, διαφθορά και διαπλοκή οικονομική ελίτ μμε πολιτική ελίτ, διαφθορά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, διαφθορά στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- διαφημιστικός στα λιθουανικά - reklama, skelbimas, reklaminis, Skelbimai, reklamos, reklamą
- διαφθείρω στα λιθουανικά - tvirkinti, gadinti, ištvirkinti, Korumpować, Demoralizować
- διαφορά στα λιθουανικά - prieštaravimas, konfliktas, skirtumas, ginčas, skirtumo, skirtumą, skiriasi, ...
- διαφορετικά στα λιθουανικά - kitaip, skirtingai, nevienodai
Τυχαίες λέξεις
Διαφθορά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: korupcija, korupcijos, korupciją, su korupcija
Μεταφράσεις: korupcija, korupcijos, korupciją, su korupcija