Ευημερώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευημερώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
klestėti, klestėtų, klesti, sėkmę, klestės
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευημερώ
ευημερία συνώνυμο, ευημερώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευημερώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευεργετικός στα λιθουανικά - naudingas, naudinga, naudingi, naudingos, naudos
- ευημερία στα λιθουανικά - gerovė, klestėjimas, gerovę, gerovės, klestėjimą
- ευθυγραμμίζω στα λιθουανικά - lygiuoti, suderinti, derinti, prisijungia, suvienodinti
- ευθυδικία στα λιθουανικά - teisingumas, kapitalo, nuosavo kapitalo, nuosavo, nuosavas kapitalas
Τυχαίες λέξεις
Ευημερώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: klestėti, klestėtų, klesti, sėkmę, klestės
Μεταφράσεις: klestėti, klestėtų, klesti, sėkmę, klestės