Ευνοώ στα λιθουανικά
Μετάφραση: ευνοώ, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
palaikyti, pirmenybė, pirmenybę, naudai, palankiai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ευνοώ
ευνοώ λεξικό, ευνοώ συνώνυμα, ευνοώ αντίθετο, ευνοώ english, ευνοώ λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ευνοώ στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ευνοϊκά στα λιθουανικά - palankiai, teigiamai, palankiau, palankios sąlygos, palanki
- ευνοϊκός στα λιθουανικά - palankus, palankios, palanki, palankūs, palankesnės
- ευοίωνος στα λιθουανικά - laimingas, palankus, Katmandu, sėkmę žadanti, džiuginantys
- ευπάθεια στα λιθουανικά - pažeidžiamumas, Luka, pažeidžiamumą, pažeidžiamas, pažeidžiamumo
Τυχαίες λέξεις
Ευνοώ στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: palaikyti, pirmenybė, pirmenybę, naudai, palankiai
Μεταφράσεις: palaikyti, pirmenybė, pirmenybę, naudai, palankiai