Καταστροφή στα λιθουανικά
Μετάφραση: καταστροφή, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nelaimė, tragedija, katastrofa, naikinimas, sunaikinimas, sunaikinimą
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταστροφή
καταστροφή της κάσου, καταστροφή χημικών συρίας, καταστροφή της σμύρνης, καταστροφή της χίου, καταστροφή χημικών όπλων συρίας, καταστροφή λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καταστροφή στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- καταστρέφω στα λιθουανικά - suskaldyti, sugriauti, Uostas, Zeszpecić, Deflorēt, Atimti dziewictwa, Laupīt nekaltumą
- καταστρεπτικός στα λιθουανικά - ardomasis, žalingos, destruktyvus, destruktivnosti, destruktyvūs
- καταστροφικός στα λιθουανικά - katastrofiškas, katastrofiška, katastrofiški, katastrofiškų, katastrofiškos
- κατατάσσομαι στα λιθουανικά - rangas, Rank, Reitingas, Reitingo pozicija
Τυχαίες λέξεις
Καταστροφή στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nelaimė, tragedija, katastrofa, naikinimas, sunaikinimas, sunaikinimą
Μεταφράσεις: nelaimė, tragedija, katastrofa, naikinimas, sunaikinimas, sunaikinimą