Κοίλος στα λιθουανικά
Μετάφραση: κοίλος, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drevėtas, tuščias, tuščiaviduris, duslus, tuščiaviduriai, tuščiavidurio, tuščiavidurių, tuščiavidurė
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοίλος
κοίλος καθρέφτης, κοίλος κυρτός, κοίλος φακός, κοίλος κύλινδρος, κοίλος δοκός, κοίλος λεξικό γλώσσας λιθουανικά, κοίλος στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- κνίδωση στα λιθουανικά - dilgėlinė, aviliai, dilgėlinę, dilgėline, avilių
- κοάζω στα λιθουανικά - koazo
- κοιλάδα στα λιθουανικά - slėnis, Valley, slėnyje, slėnio, slėnį
- κοιλιά στα λιθουανικά - pilvas, pilvo, belly, pilvukas, pilvą
Τυχαίες λέξεις
Κοίλος στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: drevėtas, tuščias, tuščiaviduris, duslus, tuščiaviduriai, tuščiavidurio, tuščiavidurių, tuščiavidurė
Μεταφράσεις: drevėtas, tuščias, tuščiaviduris, duslus, tuščiaviduriai, tuščiavidurio, tuščiavidurių, tuščiavidurė