Παγανίζω στα λιθουανικά
Μετάφραση: παγανίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stiebas, kotas, paganizo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παγανίζω
παγανίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παγανίζω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παίρνω στα λιθουανικά - tapti, vadovauti, vesti, skatinti, reikėti, lįsti, gauti, ...
- παγίδα στα λιθουανικά - spąstai, gaudyklė, Trap, spąstus, gaudyklės
- παγερός στα λιθουανικά - šaltis, ledinis, Frosty, šaltas, šarmotas, speiguotas
- παγετός στα λιθουανικά - šaltis, šalna, šarma, šalčio, užšalimo, nuo užšalimo, šalčiui
Τυχαίες λέξεις
Παγανίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: stiebas, kotas, paganizo
Μεταφράσεις: stiebas, kotas, paganizo