Παππούς στα λιθουανικά
Μετάφραση: παππούς, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
senelis, senelio, seneliui, senelį, grandfather
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παππούς
παππούς και εγγονή, παππούς ρέιβερ σε έκσταση, παππούς ευαγγελίδης, παππούς ή παππούς, παππούς αριστοφάνης, παππούς λεξικό γλώσσας λιθουανικά, παππούς στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- παπούτσι στα λιθουανικά - batas, Batų, avalynės, Shoe, trinkelės
- παπούτσια στα λιθουανικά - avalynė, Batai, Shoes, batus, batų
- παράβαση στα λιθουανικά - nusikaltimas, pažeidimas, pažeidimai, pažeidimą, pažeidimo, pažeidžia
- παράγκα στα λιθουανικά - trobelė, shanty, lūšnelė, Chałupa, lūšna
Τυχαίες λέξεις
Παππούς στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: senelis, senelio, seneliui, senelį, grandfather
Μεταφράσεις: senelis, senelio, seneliui, senelį, grandfather